lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αγανάκτηση στα πορτογαλικά

Λέξη:
αγανάκτηση (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (17):
cólera, enojo, escama, hipo, ira, irritadiça, lamento, maldade, ofensa, olaria, pena, penitencia, pesar, pique, rabeia, raiva, sentimento
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά αγανάκτηση, δικαιολογημένη αγανάκτηση, αγανάκτηση φίλιπ ροθ, αγανάκτηση συνώνυμα, αγανάκτηση σουβλάκι, αγανάκτηση λεξικο, αγανάκτηση στα πορτογαλικά, cólera στα ελληνικά
αγανάκτηση στα πορτογαλικά