lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αντίγραφο στα πορτογαλικά

Λέξη:
αντίγραφο (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (6):
copia, cópia, pirueta, duplicado, transepto, réplica
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά αντίγραφο, αντίγραφο φορολογικής δήλωσης, αντίγραφο πτυχίου, αντίγραφο ποινικού μητρώου δικαστικής χρήσης, αντίγραφο ποινικού μητρώου, αντίγραφο ληξιαρχικής πράξης γέννησης, αντίγραφο στα πορτογαλικά, copia στα ελληνικά
αντίγραφο στα πορτογαλικά