lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

απόλυτος στα πορτογαλικά

Λέξη:
απόλυτος (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (8):
absoluto, completo, despótico, ajusto, austero, duro, inclemente, severo
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά απόλυτος, απόλυτοσ συνώνυμο, απόλυτοσ εφιάλτησ, απόλυτος συνώνυμα, απόλυτος προορισμός, απόλυτος πράκτορας, απόλυτος στα πορτογαλικά, absoluto στα ελληνικά
απόλυτος στα πορτογαλικά