lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

βαθμιαίος στα πορτογαλικά

Λέξη:
βαθμιαίος (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (3):
gradual, evolutivo, paulatino
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά βαθμιαίος, βαθμιαίος στα πορτογαλικά, gradual στα ελληνικά
βαθμιαίος στα πορτογαλικά