βαθμιαίος στα αγγλικά βαθμιαίος στα τσεχική βαθμιαίος στα ισπανικά βαθμιαίος στα γαλλικά βαθμιαίος στα ιταλικά βαθμιαίος στα φινλανδικά βαθμιαίος στα ουγγρική βαθμιαίος στα πορτογαλικά βαθμιαίος στα πολωνική βαθμιαίος στα γερμανικά βαθμιαίος στα ρωσικά βαθμιαίος στα λευκορωσίας βαθμιαίος στα ρουμανική βαθμιαίος στα ουκρανικά
έκφραση στα κροατικά υποχρέωση στα πορτογαλικά χλωρίδα στα γερμανικά πόστο στα δανική αναχρονισμός στα ουκρανικά