lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

δεσμός στα πορτογαλικά

Λέξη:
δεσμός (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (5):
acorrentar, cadeia, corrente, enlace, laço
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά δεσμός, δεσμός υδρογόνου στο νερό, δεσμός υδρογόνου, δεσμός συνώνυμα, δεσμός συναίσθημα και διαπροσωπικές σχέσεις, δεσμός μκο, δεσμός στα πορτογαλικά, acorrentar στα ελληνικά
δεσμός στα πορτογαλικά