lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

οικειοποιούμαι στα ρωσικά

Λέξη:
οικειοποιούμαι (Αριθμός των γραμμάτων: 14)
Λεξικό:
ελληνικά-ρωσικά
Μεταφράσεις (2):
присваивать, присвоить
Σχετικές λέξεις:
ρωσικά οικειοποιούμαι, οικειοποιούμαι συνώνυμο, οικειοποιούμαι συνωνυμα, οικειοποιούμαι αντωνυμο, οικειοποιούμαι αντωνυμα, οικειοποιούμαι english, οικειοποιούμαι στα ρωσικά, присваивать στα ελληνικά
οικειοποιούμαι στα ρωσικά