lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

διαλέγω στα πορτογαλικά

Λέξη:
διαλέγω (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (7):
escolher, esconder, nomear, optar, seleccionar, designar, eleger
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά διαλέγω, συνώνυμα επιλέγω, διαλέγω μαθαίνω επιλέγω επιμένω lyrics, διαλέγω επάγγελμα, διαλέγω βικιλεξικο, διαλέγω στα πορτογαλικά, escolher στα ελληνικά
διαλέγω στα πορτογαλικά