lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

επιδέξιος στα πορτογαλικά

Λέξη:
επιδέξιος (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (28):
ardiloso, artificioso, astuto, belo, cachaças, cauto, cuco, elegante, esbelto, fino, grácil, habilidoso, hábil, inteligente, jeitoso, ladino, listo, matoso, pericial, perito, primoroso, pronto, rápido, sagaz, velo, veloz, vividos, ágil
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά επιδέξιος, επιδέξιος ψάλτης, επιδέξιος συνώνυμο, επιδέξιος συνώνυμα, επιδέξιος αγγλικά, επιδέξιος στα πορτογαλικά, ardiloso στα ελληνικά
επιδέξιος στα πορτογαλικά