lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

θελκτικός στα πορτογαλικά

Λέξη:
θελκτικός (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (4):
atractivo, atraente, gracioso, sugestivo
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά θελκτικός, θελκτικός στα πορτογαλικά, atractivo στα ελληνικά
θελκτικός στα πορτογαλικά