lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κόλπο στα πορτογαλικά

Λέξη:
κόλπο (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (4):
artificio, treta, troco, truque
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά κόλπο, κόλπο των χοίρων, κόλπο του σάρου, κόλπο του ορφανού, κόλπο του άντεν, κόλπο της γουινέας, κόλπο στα πορτογαλικά, artificio στα ελληνικά
κόλπο στα πορτογαλικά