lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μπράτσο στα πορτογαλικά

Λέξη:
μπράτσο (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (7):
braço, perna, rama, ramo, garra, mano, mão
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά μπράτσο, τενοντίτιδα μπράτσο, σπύρο μπράτσο, πάολα μπράτσο, μπράτσο τηλεόρασης, μπράτσο στα αγγλικα, μπράτσο στα πορτογαλικά, braço στα ελληνικά
μπράτσο στα πορτογαλικά