lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ποτίζω στα ιταλικά

Λέξη:
ποτίζω (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-ιταλικά
Μεταφράσεις (3):
annaffiare, innaffiare, irrigare
Σχετικές λέξεις:
ιταλικά ποτίζω, ποτίζω συνώνυμα, ποτίζω στα αγγλικά, ποτίζω ονειροκρίτης, ποτίζω ντομάτες, αόριστος ποτίζω, ποτίζω στα ιταλικά, annaffiare στα ελληνικά
ποτίζω στα ιταλικά