lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: που

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
assume, believe, bet, condition, convince, expect, guess, insomuch, note, of, provided, suppose, that, which, who, whose, with
που
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
co, jaký, jenž, kdo, koho, které, kterého, který, kteří
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
bei, dass, mit, von, welches
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
av, hvem, hvilken, med, som
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
cierto, con, cuál, dado, de, esperar, que, quien, quién, tal, tener, visto
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
admettons, apparaît, avec, dire, imaginer, laquelle, lequel, quantième, que, quel, quelle, qui, reconnaître, sembler, sentir
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
che, chi, con, cui, nonostante, oltre, presupporre, quale, scommettere
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
at, att, av, hva, hvem, hvilken, med, som, vilsken
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
же, из, изо, какой, который, кто, что
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
att, hvilken, med, som, vilken, vilket
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
cili, kush, me
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
ж, каторы, ораны, са, хто, якi
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
että, joka, kanssa, ken, kuka, mukaan, myötä
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
koja, koje, koji, koju, tko
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
amely, amelyik, hogy, melyik
Λεξικό:
λιθουανική
Μεταφράσεις:
kuris
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
com, de, esperar, qual, que, quem
Λεξικό:
ρουμανική
Μεταφράσεις:
care, cine, cu
Λεξικό:
σλοβενική
Μεταφράσεις:
kateri, kdo
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
ж, же, знов, знову, ким, котра, котрий, що, який
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
który, ze

Σχετικές λέξεις

που ψηφιζω, που γυριστηκε το κατω παρταλι, που ειναι το κατω παρταλι, που βρισκεται το κατω παρταλι, που να σε βρω, που θα με πας, που να σαι τωρα, που τραγουδαει η παολα, που παιζεται η μικρα αγγλια, που ανηκει ο αριθμος