lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

στάση στα ρουμανική

Λέξη:
στάση (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-ρουμανική
Μεταφράσεις (10):
atitudine, înfăţişare, poziţie, situaţie, stare, stat, întrerupere, oprire, staţie, poştă
Σχετικές λέξεις:
ρουμανική στάση, στάση του νίκα, στάση του λωτού, στάση στο χαλάνδρι, στάση ιντράνι, στάση εργασίας ποε οτα, στάση στα ρουμανική, atitudine στα ελληνικά
στάση στα ρουμανική