lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

βίαιος στα ρωσικά

Λέξη:
βίαιος (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-ρωσικά
Μεταφράσεις (13):
буйный, бурный, дюжий, жестокий, здоровый, крепкий, могущественный, мощный, насильственный, неистовый, острый, силен, сильный
Σχετικές λέξεις:
ρωσικά βίαιος, βίαιοσ θάνατοσ 17χρονησ από βαφή μαλλιών, βίαιος σύντροφος, βίαιος συνώνυμα, βίαιος σταυροφόρος trailer, βίαιος σταυροφόρος, βίαιος στα ρωσικά, буйный στα ελληνικά
βίαιος στα ρωσικά