lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

βίαιος στα λευκορωσίας

Λέξη:
βίαιος (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-λευκορωσίας
Μεταφράσεις (6):
бурлівы, бурны, дужы, здаровы, мажны, моцны
Σχετικές λέξεις:
λευκορωσίας βίαιος, βίαιοσ θάνατοσ 17χρονησ από βαφή μαλλιών, βίαιος σύντροφος, βίαιος συνώνυμα, βίαιος σταυροφόρος trailer, βίαιος σταυροφόρος, βίαιος στα λευκορωσίας, бурлівы στα ελληνικά
βίαιος στα λευκορωσίας