εξάρτηση στα αγγλικά εξάρτηση στα τσεχική εξάρτηση στα ισπανικά εξάρτηση στα γαλλικά εξάρτηση στα ιταλικά εξάρτηση στα λευκορωσίας εξάρτηση στα κροατικά εξάρτηση στα ουγγρική εξάρτηση στα σλοβακική εξάρτηση στα ουκρανικά εξάρτηση στα πολωνική
παχύσαρκος στα φινλανδικά εναλλάσσω στα ισπανικά συντηρητικός στα ιταλικά τραβώ στα νορβηγικά καταπίνω στα πορτογαλικά
συντηρητικός λεξικό είμαι παχύσαρκος τραβώ καπνό φυσώ καπνό καταπίνω συνώνυμο