lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

παχύσαρκος στα φινλανδικά

Λέξη:
παχύσαρκος (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-φινλανδικά
Μεταφράσεις (6):
lihava, karski, roteva, tanakka, tukeva, vahva
Σχετικές λέξεις:
φινλανδικά παχύσαρκος, παχύσαρκος υπέρβαρος, παχύσαρκος παρθένος έστειλε τη φίλη του στο νοσοκομείο, παχύσαρκος γάτος, είμαι παχύσαρκος, παχύσαρκος στα φινλανδικά, lihava στα ελληνικά
παχύσαρκος στα φινλανδικά