lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ζωηρός στα ρωσικά

Λέξη:
ζωηρός (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-ρωσικά
Μεταφράσεις (14):
активный, бодр, бодрый, бойкий, бравурный, быстрый, жив, живой, живчик, оживленный, прыжковый, резвый, скорый, тревога
Σχετικές λέξεις:
ρωσικά ζωηρός, ζωηρός συνώνυμα, ζωηρός στα αγγλικά, ζωηρός μετάφραση, ζωηρός μαθητής της δευτέρας, ζωηρός μαθητής, ζωηρός στα ρωσικά, активный στα ελληνικά
ζωηρός στα ρωσικά