lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ιδιότροπος στα ρωσικά

Λέξη:
ιδιότροπος (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-ρωσικά
Μεταφράσεις (7):
капризный, причудливый, смешной, странный, чудаческий, эксцентричный, капризен
Σχετικές λέξεις:
ρωσικά ιδιότροπος, ιδιότροπος συνωνυμα, ιδιότροπος λεξικό, ιδιότροπος in english, ιδιότροπος στα ρωσικά, капризный στα ελληνικά
ιδιότροπος στα ρωσικά