lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ιδιότροπος στα σουηδικά

Λέξη:
ιδιότροπος (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-σουηδικά
Μεταφράσεις (9):
aparte, besynnerlig, bisarr, egen, märkvärdig, vidunderlig, kinkig, nyckfull, sär
Σχετικές λέξεις:
σουηδικά ιδιότροπος, ιδιότροπος συνωνυμα, ιδιότροπος λεξικό, ιδιότροπος in english, ιδιότροπος στα σουηδικά, aparte στα ελληνικά
ιδιότροπος στα σουηδικά