lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

καθορίζω στα ρωσικά

Λέξη:
καθορίζω (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-ρωσικά
Μεταφράσεις (5):
конкретизировать, уточнять, уточнить, перечислять, перечислить
Σχετικές λέξεις:
ρωσικά καθορίζω, καθορίζω συνώνυμα, καθορίζω στα γαλλικά, καθορίζω στα αγγλικά, καθορίζω ετυμολογία, καθορίζω translation, καθορίζω στα ρωσικά, конкретизировать στα ελληνικά
καθορίζω στα ρωσικά