lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μετριόφρων στα ρωσικά

Λέξη:
μετριόφρων (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-ρωσικά
Μεταφράσεις (8):
благонравный, моральный, ничтожный, нравственный, скромный, застенчивый, незначительный, скромен
Σχετικές λέξεις:
ρωσικά μετριόφρων, μετριόφρων το αντιθετο, μετριόφρων συνώνυμο, μετριόφρων συνώνυμα, μετριόφρων στα αγγλικα, μετριόφρων σημασια, μετριόφρων στα ρωσικά, благонравный στα ελληνικά
μετριόφρων στα ρωσικά