lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μετριόφρων στα πορτογαλικά

Λέξη:
μετριόφρων (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (13):
decente, decoroso, discreto, humilde, ignoto, modesto, moral, módico, parco, pequeno, recatado, tímido, virtuoso
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά μετριόφρων, μετριόφρων το αντιθετο, μετριόφρων συνώνυμο, μετριόφρων συνώνυμα, μετριόφρων στα αγγλικα, μετριόφρων σημασια, μετριόφρων στα πορτογαλικά, decente στα ελληνικά
μετριόφρων στα πορτογαλικά