lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

πορτοκάλι στα ρωσικά

Λέξη:
πορτοκάλι (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-ρωσικά
Μεταφράσεις (4):
апельсин, оранжевый, апельсинный, апельсиновый
Σχετικές λέξεις:
ρωσικά πορτοκάλι, πορτοκάλι στο πρόσωπο, πορτοκάλι πούλπα, πορτοκάλι μαρμελάδα, πορτοκάλι ιδιότητες, πορτοκάλι θρεπτικά συστατικά, πορτοκάλι στα ρωσικά, апельсин στα ελληνικά
πορτοκάλι στα ρωσικά