lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

τιμωρώ στα ρωσικά

Λέξη:
τιμωρώ (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-ρωσικά
Μεταφράσεις (5):
исправлять, карать, наказывать, наказать, покарать
Σχετικές λέξεις:
ρωσικά τιμωρώ, τιμωρώ συνώνυμο, τιμωρώ ετυμολογία, τιμωρώ στα ρωσικά, исправлять στα ελληνικά
τιμωρώ στα ρωσικά