lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: σάντουιτς

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
canapé, sandwich
σάντουιτς
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
chlebíček
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
butterbrot, sandwich, stulle
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
kanapé, smørbrød
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
bocadillo, bocata
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
canapé, sandwich, tartine
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
panino, tramezzino
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
kanapé, smørbrød, snitte
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
бутерброд
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
kanapé, smörbröd, soffa
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
бутэрброд
Λεξικό:
εσθονική
Μεταφράσεις:
võileib
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
kis, szendvics
Λεξικό:
λιθουανική
Μεταφράσεις:
sumuštinis
Λεξικό:
σλοβακική
Μεταφράσεις:
sendvič
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
бутерброд
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
kanapka

Σχετικές λέξεις

σάντουιτς θερμίδες, σάντουιτς με τόνο, σάντουιτς με σολομό, σάντουιτς με αραβική πίτα, σάντουιτς συνταγές, σάντουιτς με κοτόπουλο, σάντουιτς με αυγό, σάντουιτς πανίνι, σάντουιτς παγωτό, σάντουιτς με καπνιστό σολομό