καύσιμος στα αγγλικά καύσιμος στα τσεχική καύσιμος στα γερμανικά καύσιμος στα ισπανικά καύσιμος στα γαλλικά καύσιμος στα ιταλικά καύσιμος στα νορβηγικά καύσιμος στα ρωσικά καύσιμος στα σουηδικά καύσιμος στα πορτογαλικά καύσιμος στα ουκρανικά καύσιμος στα πολωνική
συγκεντρώνομαι στα τσεχική ιδιαίτερος στα ισπανικά εφημέριος στα αγγλικά κασσίτερος στα ουγγρική συμμετρία στα πολωνική
συμμετρία περιστέρι δεν συγκεντρώνομαι ιδιαίτερος γραμματέας δημάρχου εφημερίδα εφημέριος κασσίτερος συνώνυμα