lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ακατέργαστος στα σουηδικά

Λέξη:
ακατέργαστος (Αριθμός των γραμμάτων: 12)
Λεξικό:
ελληνικά-σουηδικά
Μεταφράσεις (13):
abrupt, barsk, brant, brysk, grov, hastig, kärv, plötsligt, rum, rå, skrovlig, sträv, tvär
Σχετικές λέξεις:
σουηδικά ακατέργαστος, ακατέργαστος χαλαζίας, ακατέργαστος συνώνυμο, ακατέργαστος συνώνυμα, ακατέργαστος λίθος, ακατέργαστος καπνός, ακατέργαστος στα σουηδικά, abrupt στα ελληνικά
ακατέργαστος στα σουηδικά