lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ακατέργαστος στα λευκορωσίας

Λέξη:
ακατέργαστος (Αριθμός των γραμμάτων: 12)
Λεξικό:
ελληνικά-λευκορωσίας
Μεταφράσεις (4):
нацягнуты, непамяркоўны, няроўны, шурпаты
Σχετικές λέξεις:
λευκορωσίας ακατέργαστος, ακατέργαστος χαλαζίας, ακατέργαστος συνώνυμο, ακατέργαστος συνώνυμα, ακατέργαστος λίθος, ακατέργαστος καπνός, ακατέργαστος στα λευκορωσίας, нацягнуты στα ελληνικά
ακατέργαστος στα λευκορωσίας