καλαφατίζω στα αγγλικά καλαφατίζω στα τσεχική καλαφατίζω στα ισπανικά καλαφατίζω στα γαλλικά καλαφατίζω στα ρωσικά καλαφατίζω στα φινλανδικά καλαφατίζω στα πολωνική
αεροπλάνο στα ουκρανικά άστατος στα ουκρανικά ελαττώνω στα ουκρανικά κάθομαι στα ρωσικά νόμιμος στα ρωσικά
άστατος ύπνος ελαττώνω στα αγγλικα κάθομαι αόριστος αεροπλάνο που χάθηκε νόμιμος πληθυσμός