lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

καπέλο στα σουηδικά

Λέξη:
καπέλο (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-σουηδικά
Μεταφράσεις (1):
Σχετικές λέξεις:
σουηδικά καπέλο, καπέλο φωτιστικού, καπέλο τζόκεϊ, καπέλο πυροσβέστη, καπέλο πειρατή, καπέλο οροφής bella butterfly, καπέλο στα σουηδικά, hatt στα ελληνικά
καπέλο στα σουηδικά