lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κηροπήγιο στα σουηδικά

Λέξη:
κηροπήγιο (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-σουηδικά
Μεταφράσεις (2):
ljusstake, stake
Σχετικές λέξεις:
σουηδικά κηροπήγιο, κηροπήγιο στα αγγλικα, κηροπήγιο με χρωματιστό αλάτι, εβραϊκό κηροπήγιο, ασημένιο κηροπήγιο, κηροπήγιο στα σουηδικά, ljusstake στα ελληνικά
κηροπήγιο στα σουηδικά