lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κηροπήγιο στα δανική

Λέξη:
κηροπήγιο (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (1):
Σχετικές λέξεις:
δανική κηροπήγιο, κηροπήγιο στα αγγλικα, κηροπήγιο με χρωματιστό αλάτι, εβραϊκό κηροπήγιο, ασημένιο κηροπήγιο, κηροπήγιο στα δανική, lysekrone στα ελληνικά
κηροπήγιο στα δανική