lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κηροπήγιο στα ρωσικά

Λέξη:
κηροπήγιο (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-ρωσικά
Μεταφράσεις (2):
подсвечник, люстра
Σχετικές λέξεις:
ρωσικά κηροπήγιο, κηροπήγιο στα αγγλικα, κηροπήγιο με χρωματιστό αλάτι, εβραϊκό κηροπήγιο, ασημένιο κηροπήγιο, κηροπήγιο στα ρωσικά, подсвечник στα ελληνικά
κηροπήγιο στα ρωσικά