lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αντιπαθητικός στα τσεχική

Λέξη:
αντιπαθητικός (Αριθμός των γραμμάτων: 13)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (14):
hanebný, hnusný, hrozný, nechutný, nenáviděný, nepříjemný, neslučitelný, nesympatický, odporný, odpudivý, odpuzující, ohavný, protivný, strašný
Σχετικές λέξεις:
τσεχική αντιπαθητικός, αντιπαθητικόσ και δυσάρεστοσ άνθρωποσ, αντιπαθητικός συνώνυμο, αντιπαθητικός στα τσεχική, hanebný στα ελληνικά
αντιπαθητικός στα τσεχική