lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

επίθεση στα τσεχική

Λέξη:
επίθεση (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (22):
agrese, invaze, napadat, napadení, napadnout, nápor, nával, ofenzíva, přepad, přepadení, přepadnout, přístup, urážka, vpadnout, vpád, vstup, výbuch, výpad, zteč, záchvat, zásah, útok
Σχετικές λέξεις:
τσεχική επίθεση, επίθεση τύπου ddos, επίθεση στον γερμανό πρεσβη, επίθεση στο σταθμό 13, επίθεση στη γερμανική πρεσβεία, επίθεση στα γραφεία του πασοκ, επίθεση στα τσεχική, agrese στα ελληνικά
επίθεση στα τσεχική