lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

επιδότηση στα τσεχική

Λέξη:
επιδότηση (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (14):
dar, darování, dotace, dotování, nadání, náhrada, podpora, pomoc, povolení, přídavek, příspěvek, subvence, udělení, věnování
Σχετικές λέξεις:
τσεχική επιδότηση, επιδότηση πετρελαίου θέρμανσης 2014, επιδότηση πετρελαίου 2014, επιδότηση πετρελαίου, επιδότηση οαεδ για νέους επαγγελματίες 2014, επιδότηση οαεδ, επιδότηση στα τσεχική, dar στα ελληνικά
επιδότηση στα τσεχική