lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

επιδότηση στα δανική

Λέξη:
επιδότηση (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (6):
gave, subsidier, bidrag, statsbidrag, tilskud, godtgørelse
Σχετικές λέξεις:
δανική επιδότηση, επιδότηση πετρελαίου θέρμανσης 2014, επιδότηση πετρελαίου 2014, επιδότηση πετρελαίου, επιδότηση οαεδ για νέους επαγγελματίες 2014, επιδότηση οαεδ, επιδότηση στα δανική, gave στα ελληνικά
επιδότηση στα δανική