lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

επωφελούμαι στα τσεχική

Λέξη:
επωφελούμαι (Αριθμός των γραμμάτων: 11)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (9):
použít, používat, prospívat, spotřebovat, upotřebit, užít, užívat, využít, využívat
Σχετικές λέξεις:
τσεχική επωφελούμαι, επωφελούμαι τινόσ, επωφελούμαι μεταφραση, επωφελούμαι κλιση, επωφελούμαι από, επωφελούμαι αντιθετο, επωφελούμαι στα τσεχική, použít στα ελληνικά
επωφελούμαι στα τσεχική