lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ευθύνη στα τσεχική

Λέξη:
ευθύνη (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (29):
dluh, dluhopis, funkce, kancelář, nabíjení, nakládka, nakládání, naložení, náboj, náklad, nálož, obligace, odpovědnost, pomoc, povinnost, služba, tíže, vsázka, zatížení, zhoršení, zodpovědnost, zostření, ztížení, zátěž, závazek, úkol, úpis, útok, úřad
Σχετικές λέξεις:
τσεχική ευθύνη, ευθύνη του επιστήμονα, ευθύνη συνώνυμο, ευθύνη ετυμολογία, ευθύνη ετερόρρυθμου εταίρου, ευθύνη εταίρου μονοπρόσωπης επε, ευθύνη στα τσεχική, dluh στα ελληνικά
ευθύνη στα τσεχική