ορεκτικός στα αγγλικά ορεκτικός στα γερμανικά ορεκτικός στα ισπανικά ορεκτικός στα γαλλικά ορεκτικός στα ιταλικά ορεκτικός στα νορβηγικά ορεκτικός στα ρωσικά ορεκτικός στα σουηδικά ορεκτικός στα λευκορωσίας ορεκτικός στα ουγγρική ορεκτικός στα λιθουανική ορεκτικός στα σλοβακική ορεκτικός στα ουκρανικά ορεκτικός στα πολωνική
ορατός στα ρωσικά εξέδρα στα τσεχική ζώο στα γερμανικά ταύρος στα πορτογαλικά υπαγορεύω στα αγγλικά
ζώο από ψ ορατός συνώνυμο εξέδρα στα αγγλικα απαγορεύω συνώνυμο ταύρος με λέων