lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: εξέδρα

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
appreciation, bandstand, bulge, platform, protuberance, scaffold, stage
εξέδρα
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
jeviště, pódium, stupínek, vzrůst
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
anstieg, aufbesserung, bühne, erhöhung, estrade, podium, schauplatz, steigerung, zunahme
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
forhøjning, scene
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
escena, escenario, estrado, tarima
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
aggravation, augmentation, estrade, exhaussement, haussement, majoration, rehaussement, scène, surhaussement, surélévation, élévation
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
palco, palcoscenico, scena, teatro
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
forhøyning, scene
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
амвон, возвышение, повышение, помост, эстрада
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
estrad, höjning, läktare, upphöjning
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
сцена
Λεξικό:
εσθονική
Μεταφράσεις:
lava
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
koroke
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
bina
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
színpad
Λεξικό:
λιθουανική
Μεταφράσεις:
scena
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
estrado
Λεξικό:
σλοβακική
Μεταφράσεις:
zvýšenie
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
естрада, ставати, стати, стенд, стойка, стояти
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
estrada, podwyższenie

Σχετικές λέξεις

εξέδρα gr, εξέδρα εφημερίδα, εξέδρα των σπορ, εξέδρα σπορ, εξέδρα ανδρουλιδάκης, εξέδρα εκδηλώσεων, εξέδρα άντλησησ πετρελαίου, εξέδρα εργασίας, εξέδρα πετρελαίου, εξέδρα στα αγγλικα