lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

σαρκικός στα τσεχική

Λέξη:
σαρκικός (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (10):
citlivý, fyzický, fyzikální, hmotný, lítostivý, rozkošný, senzuální, smyslný, smyslový, tělesný
Σχετικές λέξεις:
τσεχική σαρκικός, σαρκικός στα τσεχική, citlivý στα ελληνικά
σαρκικός στα τσεχική