lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αμφίβολος στα φινλανδικά

Λέξη:
αμφίβολος (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-φινλανδικά
Μεταφράσεις (5):
epäiltävä, epäröivä, epätietoinen, epävarma, kyseenalainen
Σχετικές λέξεις:
φινλανδικά αμφίβολος, αμφίβολος συνώνυμο, αμφίβολος ορυκτό, αμφίβολος στα φινλανδικά, epäiltävä στα ελληνικά
αμφίβολος στα φινλανδικά