lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αμφίβολος στα ρωσικά

Λέξη:
αμφίβολος (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-ρωσικά
Μεταφράσεις (8):
изменчивый, ненадежный, неопределенный, непостоянный, нерешительный, неуверенный, сомнительный, сомнителен
Σχετικές λέξεις:
ρωσικά αμφίβολος, αμφίβολος συνώνυμο, αμφίβολος ορυκτό, αμφίβολος στα ρωσικά, изменчивый στα ελληνικά
αμφίβολος στα ρωσικά