lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αποστειρώνω στα φινλανδικά

Λέξη:
αποστειρώνω (Αριθμός των γραμμάτων: 11)
Λεξικό:
ελληνικά-φινλανδικά
Μεταφράσεις (1):
Σχετικές λέξεις:
φινλανδικά αποστειρώνω, αποστειρώνω μπουκάλια, αποστειρώνω βάζα παρλιάρος, αποστειρώνω βάζα, αποστειρώνω στα φινλανδικά, köyhdyttää στα ελληνικά
αποστειρώνω στα φινλανδικά