lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

δίνω στα φινλανδικά

Λέξη:
δίνω (Αριθμός των γραμμάτων: 4)
Λεξικό:
ελληνικά-φινλανδικά
Μεταφράσεις (9):
antaa, järjestää, puhaltaa, jättää, laskea, ojentaa, lähettää, luovuttaa, ohittaa
Σχετικές λέξεις:
φινλανδικά δίνω, δίνω το παρών, δίνω το παρόν μου, δίνω συνώνυμα, δίνω πως κλίνεται, δίνω κλίση, δίνω στα φινλανδικά, antaa στα ελληνικά
δίνω στα φινλανδικά