lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

δίνω στα ρωσικά

Λέξη:
δίνω (Αριθμός των γραμμάτων: 4)
Λεξικό:
ελληνικά-ρωσικά
Μεταφράσεις (13):
давать, дарить, даровать, дать, дуть, передавать, передоверять, перепоручать, перечислять, подавать, прощать, разрешать, сдавать
Σχετικές λέξεις:
ρωσικά δίνω, δίνω το παρών, δίνω το παρόν μου, δίνω συνώνυμα, δίνω πως κλίνεται, δίνω κλίση, δίνω στα ρωσικά, давать στα ελληνικά
δίνω στα ρωσικά